Παγκόσμια Αποκατάσταση: η Χρυσή παράδοση των πατέρων
του Νικήτα Μπάλλα

15. Η καταδίκη του Ουνιβερσαλισμού και η βύθιση της Εκκλησίας στον σκοταδισμό
(Μέρος Α)

"Παντού κυριάρχησε η αμάθεια, η βαναυσότητα, η δεισδαιμονία, και η απανθρωπιά ενώ η κατάντια της ανθρωπότητας αντανακλούσε τις ιδέες που επικρατούσαν περί Θεού και περί κόλασης"

Η λεγόμενη καταδίκη και ο αναθεματισμός της διδασκαλίας της Αποκατάστασης ως «αίρεση» είναι άμεσα συνδεδεμένη με την καταδίκη και τον αναθεματισμό του Ωριγένη, παρόλο που ο μεγάλος αυτός πατέρας δεν ήταν ο μόνος εκφραστής της ιδέας την οποία ασπάσθηκαν υπο διαφορετικές μορφές και πολλοί άλλοι πατέρες.

Ένα άλλο στοιχείο που χρειάζεται περισσότερη ανάλυση είναι το λεγόμενο "πρόβλημα του Ωριγενισμού". Μετά το θάνατο του Ωριγένη, πάρα πολλοί Χριστιανοί ασπάσθηκαν διάφορα στοιχεία από τη διδασκαλία του, τα οποία στοιχεία στις περισσότερες περιπτώσεις τα αλλοίωσαν και τα παρερμήνευσαν δημιουργώντας ένα σωρό παράξενες διδασκαλίες. Το ίδιο έκαναν και οι πολέμιοι της ελεύθερης σκέψης, οι οποίοι διαστρέβλωναν τη διδασκαλία του. Ως αποτέλεσμα εξελίχθηκαν διάφορες Ωριγενιστικές ομάδες και κινήματα (και οι αντιπαλοί τους) τα οποία είχαν λίγη ή καθόλου σχέση με την πραγματική διδασκαλία του μεγάλου αυτού Αλεξανδρινού πατέρα, ο οποίος άλλωστε παραπονιόταν όσο ακόμα ζούσε για το πρόβλημα αυτό. Χρειάζεται λοιπόν να εξετάσουμε ακόμα βαθύτερα τις συνθήκες και τις ιστορικές συγκυρίες που οδήγησαν την επίσημη εκκλησία στο να καταδικάσει τον Ωριγένη και κατ επέκταση την «Ωριγενιστική» μορφή της Αποκατάστασης.

Ανασκόπηση του «Ωριγενιστικού προβλήματος»

Ας κάνουμε λοιπόν μία μικρή ανασκόπηση του «Ωριγενιστικού προβλήματος». Κατ αρχάς, όσο ζούσε ο Ωριγένης ποτέ δεν κατηγορήθηκε για τον Ουνιβερσαλισμό του. Μετά το θανατό του Ωριγένη, ο Μεθόδιος ( περίπου στο 300 μ.Χ ) καταδίκασε τις απόψεις του επάνω στην ανάσταση ( ο Ωριγένης δίδαξε ότι τα σώματα στην Γενική Ανάσταση θα είναι πνευματικά ), και στην προϋπαρξη των ψυχών, αλλά δεν είπε ούτε μία λέξη ενάντια στον Ουνιβερσαλισμό του. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Παμφίλιος και ο Ευσέβιος έγραψαν εκτεταμένη απολογία υπέρ του Ωριγένη και απάντησαν σε εννέα κατηγορίες που είχαν αποδοθεί εναντίον της διδασκαλίας του Ωριγένη, αλλά και πάλι καμμία από αυτές τις κατηγορίες σεν αναφερόταν στον Ουνιβερσαλισμό του. Το 330 μ.Χ ο Ουνιβερσαλιστής Marcellus της Άγκυρας χαρακτήρισε την διδασκαλία του Ωριγένη επάνω στην Αγία Τριάδα ως εσφαλμένη ενώ ο Ευστάθιος κατέκρινε την ερμηνεία του Ωριγένη σχετικά με την ιστορία της Π. Διαθήκης με την μέγισσα της Ενδώρ, αλλά δεν έγραψε το παραμικρό ενάντια στον Ουνιβερσαλισμό. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι λεγόμενες «Ωριγενιστικές κακοδοξίες» που καταδίκαζαν μέχρι τότε οι διάφοροι πατέρες δεν είχαν να κάνουν τίποτα με την διδασκαλία της Αποκατάστασης.

Στη συνέχεια ο "αιρεσιοκυνηγός" Επιφάνειος εξαπέλυσε (στα Ιεροσόλυμα) λυσσαλέα επίθεση ενάντια στον Ωριγένη άν και ο δεύτερος ήταν πεθαμένος και προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει τον επίσκοπο Ιωάννη να τον καταδικάσει. Το 376 ο Επιφάνειος καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένη ονομαστικά αλλά δεν συμπεριέλαβε τον Ουνιβερσαλισμό του αλλά το 394 καταδίκασε τη διδασκαλία του Ωριγένη ότι θα σωθεί ο Διάβολος (για τους λόγους που έχουμε ήδη εξηγήσει) αλλά όχι τη διδασκαλία ότι θα σωθούν όλοι οι άνθρωποι. Ο Επιφάνειος πίεσε τον Ιερώνυμο να καταδικάσει τον Ωριγένη, απειλώντας τον ότι θα κατέστρεφε την φήμη του ως ορθόδοξο, και τα κατάφερε, σπιλώνοντας έτσι το όνομα του Ιερώνυμου ο οποίος αποδείχθηκε δειλός, ανήθικος και συμφεροντολόγος. Μετά, ο επίσκοπος Αλεξάνδρειας Θεόφιλος ένωσε δυνάμεις με τον Ιερώνυμο και καταφέρανε να αναθεματίσουνε τον Ωριγένη σε τοπική σύνοδο που συγκάλεσαν το 399 μ.Χ. Και πάλι καταδίκασαν τη διδασκαλία του Ωριγένη σχετικά με τη σωτηρία του Διαβόλου αλλά όχι τη διδασκαλία για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων.

Μετά από όλα αυτά ο Επιφάνειος πέθανε αλλά οι οπαδοί του συνέχισαν το έργο του (με το ίδιο πνεύμα) μέχρι που τελικά ο Ωριγένης καταδικάσθηκε και αναθεματίσθηκε από τον Ιουστινιανό μέσω της τοπικής Συνόδου στην Κων/πολη το 544 μ.Χ. Εκείνη την εποχή ο Ωριγενισμός ήταν πολύ διαδεδομένος στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστήνης, και ιδιαίτερα στην περιοχή Νέα Λαύρα κοντά στα Ιεροσόλυμμα. Στην πραγματικότητα, ο Ωριγενισμός στην Παλαιστήνη ήταν ένα κράμα από διδασκαλίες μεταξύ των οποίων και του ασκητή του 4ου αιώνα Ευάγριου ( Evagrius Ponticus ). Πολλοί Παλαιστήνιοι μοναχοί ( οι οποίοι εκείνο τον καιρό ήταν κάτω από την επισκοπή του Αγίου Σάββα ) ασπάσθηκαν τη διδασκαλία αυτή. Κυκλοφόρησε μάλιστα ένα βιβλίο με τίτλο «Το βιβλίο του Αγ. Ιερόθεου» από έναν Σύριο μοναχό τον Στέφανο Βαρ Συνταήλο ο οποίος διαμόρφωσε ένα είδος παν-θεϊστικής διδασκαλίας χρησιμοποιώντας Ωριγενιστικά και Ευαγριανά στοιχεία. Πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι στην ουσία ο «Ωριγενισμός» που αναθεματίσθηκε από τον Ιουστινιανό, την τοπική Σύνοδο ( και ίσως από την 5η Οικ. Σύνοδο ) ήταν η διδασκαλία του Ευάγριου. Για παράδειγμα ο John Meyendorff τονίζει ότι «πρόσφατες μελέτες ρίχνουν νέο φως στον Evagrius Ponticus ο οποίος ήταν ο μεγάλος ερμηνευτής των Ωριγενιστικών ιδεών προς τους μοναχούς της Αιγύπτου και της Παλαιστήνης. Ο Ευάγριος, και όχι ο Ωριγένης, ήταν αυτός που ευθύνεται για τη διαμόρφωση του Ωριγενιστικού συστήματος», και προσθέτει «Η πρόσφατη δημοσίευση των Γνωστικιστικών Κεφαλαίων του Evagrius Ponticus’ μέσα στα οποία βρίσκεται η διδασκαλία που καταδικάστηκε το 553 μ.Χ μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε όλη τη σημασία των αποφάσεων της 5ης Οικ. Συνόδου. Η Σύνοδος δεν είχε ως στόχο έναν Ωριγενισμό-φάντασμα, αλλά την αυθεντική διδασκαλία ενός από τους πνευματικούς ηγέτες του Ανατολικού μοναστικισμού, δηλαδή τον Evagrius». Ο Meyendorff καταλήγει «Το ερώτημα παραμένει εάν ο Ωριγενισμός του 6ου αιώνα ήταν πράγματι η διδασκαλία του μεγάλου Αλεξανδρινού πατέρα» (1)

Οι Ωριγενιστές της Παλαιστήνης χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις οι οποίες σύμφωνα με τις θεολογικές διαφορές που είχαν ονομάστηκαν Ισόχριστοι και στους Πρωτόκτιστοι. Οι Ισόχριστοι είχαν πιό ακραίες ιδέες και τελικά οι Πρωτόκτιστοι, αφού απαρνήθηκαν την ιδέα της προϋπαρξης των ψυχών, συμμάχησαν με τους αντι-Ωριγενιστές εκείνης της εποχής. Τελικά έμπλεξαν και τον Ιουστινιανό στην όλη φασαρία με τις γνωστές εξελίξεις.

Βλέπουμε λοιπόν ότι την περίοδο εκείνη οι εχθροί του Ωριγένη ή μάλλον οι εχθροί του Ωριγενισμού, έχοντας και οι ίδιοι διαστρεβλώσει τη διδασκαλία του Ωριγένη, παρουσίασαν μία καρικατούρα της, την οποία εύκολα κατέκριναν ως αιρετική ενώ «τσίγκλησαν» και τον Ιουστινιανό, ο οποίος είχε αναδείξει τον εαυτόν του ως υπερασπιστή της ορθοδοξίας, να κινήσει τη διαδικασία αναθεματισμού του Ωριγένη. Παρόλα αυτά, και όπως θα δούμε στη συνέχεια, η προσπάθεια του Ιουστινιανού να καταδικάσει ευθέως την ιδέα του Ουνιβερσαλισμού απέτυχε και η τοπική Σύνοδος την οποία συγκάλεσε διατύπωσε τον αναθεματισμό της Αποκατάστασης με διαφορετικά λόγια, καταδικάζοντας απλά τις καρικατούρες της διδασκαλίας του Ωριγένη που κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη από εχθρούς και φίλους του τόσο παρεξηγημένου αυτού πατέρα.

Μετά από τις Συνόδους του 544 & 553, ο Ωριγένης αναθεματίσθηκε ως αιρετικός και σε άλλες τοπικές συνόδους. Όπως σχολιάζει και ο Hanson, «κατα τη διάρκεια όλων αυτών των διωγμών, ο Ωριγένης δεν έδωσε καμμία απάντηση επειδή ήταν πεθαμένος. Ούτε ανατέθηκε σε κανέναν να τον υπερασπισθεί. Η πρωτύτερη υπεράσπιση που ετοίμασαν για τον Ωριγένη ο Ευσέβιος και ο Παμφίλιος φανερώνει σε ποιό βαθμό είχε συκοφαντηθεί ακόμα και στην εποχή τους. Και όμως τελικά υπερίσχυσαν οι κατασκευασμένοι αριθμοί των ψήφων στις συνόδους και στα συμβούλια με αποτέλεσμα να αποβάλλουν τον Ωριγένη από το σώμα της εκκλησίας, να τον κατηγορήσουν με τα χειρότερα λόγια και να τον σκεπάσουν με τη δυσωδία του αιρετικού. Είναι όμως τέτοιου είδους εκκλησιαστικές ενέργειες εκ Θεού; Όταν η τακτική αυτή ( μέσω των ψήφων στις Συνόδους ) στην διευθέτηση ζητημάτων της εκκλησίας συνδυάσθηκε με την επιβολή του αυτοκρατορικού θελήματος, η εκκλησία μετατράπηκε σε ένα τεράστειο χώρο εκλογικών μαχών και πολιτικών αναμετρήσεων όπου αυτό που μετρούσε ήταν ποιός θα κατόρθωνε να εξασφαλίσει την αυτοκρατορική εύνοια και ποιός θα κατόρθωνε να μαζέψει αρκετούς αριθμούς ψήφων στις Γενικές Συνόδους»

Αχ αυτές οι εκκλησιαστικές Συνόδοι...

Οι Οικουμενικές Συνόδοι και οι αποφάσεις τους θεωρούνται από πολλούς Χριστιανούς ως «αλάθητες» και ως «θεμέλια της πίστεως». Φυσικά ο καθένας μπορεί να πιστεύει ότι θέλει. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι η ιστορική αλήθεια, η οποία στην περίπτωση των Οικουμενικών Συνόδων φανερώνει άλλα πράγματα και μας υποχρεώνει να δεχόμαστε με προσοχή τις οποιεσδήποτε αποφάσεις τους.

Ο ιστορικός Jortin (2) γράφει για τις εκκλησιαστικές Συνόδους, τοπικές και Οικουμενικές ότι: «δεν ήταν καθόλου καθόλου συγκεντώσεις αγίων ή μορφωμένων ιεραρχών αλλά εξουσιαστικές ομάδες με τις δικές τους ατζέντες, η πλειοψηφία των οποίων ήταν ταραχοπιοί, φανατισμένοι, και καταπιεστικοί άνθρωποι οι οποίοι επιδίωκαν να επιβάλλουν τις απόψεις τους, τις οποίες ούτε οι ίδιοι γνώριζαν καλά. Επίσης επεδίωκαν να αναθεματίσουν και εξοντώσουν όσους δεν υποτάσσονταν στο θελημά τους»

Ο πρώην Ορθόδοξος ιερέας Στυλιανός Χαραλαμπάκης έγραψε ένα ολόκληρο βιβλίο με τίτλο «Η Μαύρη Θρησκευτική Βίβλος» στο οποίο περιγράφει ( βασιζόμενος σε έγκυρες ιστορικές πηγές ) τα σημεία και τα τέρατα «και τις θλιβερές ενέργειες και πράξεις» των Οικουμενικών Συνόδων. Γράφει μεταξύ άλλων «...η Εκκλησία συνεκάλεσε οκτώ συνολικώς οικουμενικές Συνόδους. Αυτές αποτέλεσαν οκτώ ιστορικούς σταθμούς, για τους οποίους έχει μεν να καυχηθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς δεν πρέπει να παραλείψουμε να πούμε, ότι, ‘τα γινόμενα υπ’ αυτών, αισχρόν έστι και λέγειν» και «Οι Συνοδικοί στις συνελεύσεις των συνήλθαν στο Όνομα Του Ιησού Χριστού, αλλά δεν υπηρέτησαν την Βουλή Του. Ήθελαν να ερμηνεύσουν την φύση Του και ερμήνευσαν τον εγωϊσμό τους. Ήθελαν να παρουσιάσουν τις σχέσεις Του με τον Αιώνιο, και παρουσίασαν τον ατελή εαυτό τους. Επιθυμούσαν να φανερώσουν την ασύλληπτη Ουσία Του, και φανέρωσαν την κακία τους και των παθών τους τον τάραχο...» (3)

Στο βιβλίο του «Το Βασίλειον Ιεράτευμα» (4) ο Χαραλαμπάκης προσθέτει: «Θρησκευτικαί συζητήσεις γύρω απο θέματα που θα έλεγε τις, ότι δεν έχουν πρακτικήν σπουδαιότητα, εις τους αρχαίους χρόνους ετάραξαν μεγάλως την Εκκλησίαν του Χριστού... εις τους συζητητάς αυτούς δεν υπήρχε σοφία Θεού και αι μικροφιλονικείαι έλαβαν μεγάλας διαστάσεις. Αποτέλεσμα τούτων ήτο η σύγκλησις των Οικουμενικών Συνόδων, αι οποίαι κατα την μαρτυρίαν της ιστορίας δεν συνήλθον με αγαθά ελατήρια, προς αναζωπύρωσιν των πιστών, ενθάρρυνσιν, παρηγορίαν και οικοδομήν. Δεν συνήλθον δια την προαγωγήν της αγάπης και την Δόξαν του Θεού. Συνήλθον με εμπαθή ελατήρια προς κατάκρισιν άλλων Χριστιανών και συναδέλφων των»

Ο «Ορθόδοξος» θεολόγος Τρεμπέλας παραδέχθηκε τα εξής: «Κατ’ ατυχή συγκυρίαν πάσαι αι οικουμενικαί σύνοδοι συνήλθον προς κατάκρισιν, είτε πρεσβυτέρων, είτε επισκόπων και δη πατριαρχών» (5)

Ο μεγάλος ιστορικός Milman (6) έγραψε τα εξής για τις ( τοπικές και Οικουμενικές ) Συνόδους της εκκλησίας: «Πουθενά δεν είναι ο Χριστιανισμός λιγότερο ελκυστικός, και αν εξετάσουμε και τον χαρακτήρα των πράξεων, λιγότερο επιβλητικός, από τις Εκκλησιαστικές Συνόδους. Αυτό που έδειξαν οι Συνόδοι ήταν η λυσσαλέα σύγκρουση μεταξύ των διάφορων παρατάξεων. Ίντριγκες, αδικίες, βιαιότητα, αιματοχυσίες, αποφάσεις βασισμένες στην ισχύ κάποιας παράταξης ή στην εξουσία του αυτοκράτορα, αποφάσεις μετα από υστερικά αναφωνητά αντί για αποφάσεις μετά από ώριμη έρευνα και εξέταση, όλα αυτά μειώνουν το κύρος και την αξιοπιστία των αποφάσεων, ιδιαίτερα στις τελευταίες Συνόδους. Στο τέλος των Συνόδων αυτό που βλέπουμε είναι συνήθως κάποιον απαίσιο αναθεματισμό, τα λόγια και ο τόνος του οποίου φανερώνουν ξεκάθαρα το ανθρώπινο μίσος, τον αλαζωνικό θρίαμβο και την χαρά στην απώλεια της ψυχής του ταπεινωμένου αντιπάλου. Και σα να μην έφταναν τα κακά της Αντι-χριστιανικής αυτής μεθόδου διευθέτησης δογματικών ζητημάτων, οι αποφάσεις των Συνόδων επιβάλλονταν στον λαό με τη βία της κοσμικής εξουσίας ενώ όσοι επίσκοποι τολμούσαν να διαφωνίσουν έχαναν τη θέση τους»

Σε μία επιστολή του προς τον Προκόπιο ( 382 μ.Χ ) ο Γρηγόριος ο Θεολόγος περιέγραψε με απόλυτη σαφήνεια τον θλιβερό χαρακτήρα των τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων της αρχαίας εκκλησίας: «Εάν είναι να γράψει κανείς την αλήθεια για τους επισκόπους, θα πρέπει να συστήσει σε όλους να αποφεύγουν κάθε σύλλογο επισκόπων, επειδή δεν είδα ποτέ έστω και μία σύνοδο να έχει κάποιο οφέλιμο τέλος ... Στις συνόδους κυριαρχεί η διαμάχη και η φιλοδοξία σε υπερβολικό βαθμό ... Θα αποφεύγω τους συλλόγους επισκόπων και τις συνόδους επειδή, ...για να μιλήσω με επιείκια δεν έχουν κάποια αξία ... Δεν θα πάω λοιπόν να καθήσω σε κάποια σύνοδο για να βλέπω αρπακτικά όρνεα να μάχονται μεταξύ τους μέσα σε σύγχιση. Επικρατεί η σύγχιση, και αισχρά πράγματα...»

Και πάλι υποχρεώνομαι να δανειστώ τα εύστοχα σχόλια του Χαραλαμπάκη «πόσο αποκαρδιωτική, απελπιστική και αποθαρρυντική είναι η συμπεριφορά αυτή του ιερατικού κλάδου. Ανέλαβαν να σταθμίσουν τις θείες υποθέσεις που αφορούν τον ουρανό και τη γη, να εξηγήσουν έστω, τις ανεξήγητες και ανεξιχνίαστες εκδηλώσεις του Θεού προς τον άνθρωπον, να διαλύσουν τις αιρετικές διδασκαλίες από την θεόπνευστη, εμπνεόμενοι όχι από το Θείον Πνεύμα, αλλά από τις εγωϊστικές των παρορμήσεις. Πώς είναι δυνατόν όμως να συνεργασθή ο Θεός με αυτούς και να επιστατήση το Πνεύμα το Άγιον στις αποφάσεις των; Πότε ο Θείος Λυτωτής τους άφησε κληρονομία θρόνων, και πότε τους παραχώρησε προνόμια και Αξιώματα, τα οποία και σήμερον κατέχουν και χάριν των οποίων συνεχώς δαιμονοπράττουν και θορυβοποιούν; Ποτέ, ποτέ!!» και «...όλες οι Σύνοδοι συνεκρούσθησαν μεταξύ των και μάλιστα με την πλέον βάρβαρη συμπεριφορά, εις τρόπον ώστε, η μία αναίρεσε τις αποφάσεις της άλλης»(7)

Φυσικά το ότι στις Συνόδους επικράτησαν τα ανθρώπινα πάθη, τα παρασκήνια και η πολιτική αντί για το Πνεύμα του Θεού δε σημαίνει ότι όλες οι αποφάσεις τους ήταν λανθασμένες. Σίγουρα όμως οι Συνόδοι αυτοί δεν απολάμβαναν «το αλάθητο». Κανένας άνθρωπος δεν έχει το αλάθητο. Καμμία ανθρώπινη διατύπωση, βιβλίο, άρθρο πίστεως ή δόγμα δεν μπορεί να θεωρηθεί απόλυτα αλάθητο, καθώς η Θεότητα είναι «άρρητη» και ο ανθρώπινος νους αδυνατεί να συλλάβει την άκτιστη φύση και τις άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Μονάχα κατα προσέγγιση μπορεί ο άνθρωπος να νοήσει την φύση του Θεού. Ούτε ο Πάπας έχει το αλάθητο, ούτε οι Ιεράρχες, ούτε οι Συνόδοι. Ακόμα και ο Απ. Παύλος παραδέχθηκε ότι «εκ μέρους γαρ γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν όταν δε έλθει το τλέλειον, το εκ μέρους καταργηθήσεται ... βλέπουμε γαρ άρτιδι εσόπτρου εν αινίγματι ... άρτι γινώσκω εκ μέρους ... κλπ» ( βλέπε Α ΚΟΡΙΝΘ 13: 8-12 ). Το Πνεύμα βέβαια οδηγεί την εκκλησία «προς πάσαν αλήθειαν» αλλά αποτελεί αλαζονεία υψίστου βαθμού το να ισχυρισθεί κανείς ότι μπορεί να διατυπώσει αλάθητες προτάσεις που να περιγράφουν την πραγματικότητα της Θεότητας.

Τέλος πάντων, σχετικά με το θέμα μας αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και τα διατυπωθέντα άρθρα πίστεως στα πρώτα 400 χρόνια της εκκλησίας δεν αναφέρονται καθόλου στη μεταθανάτια κόλαση (8), ενώ το αντίθετο έγινε στα επόμενα χίλια χρόνια όταν η εκκλησία βυθίστηκε στον Μεσσαίωνα και οι εκκλησιαστικές συνόδοι δεν ξέχναγαν να υπενθυμίζουν στους πιστούς για τα ατέλειωτα βασανιστήρια που περιμένουν όσους δεν ανήκουν στην εκκλησία. Πάντως τα αρχαία άρθρα πίστεως ( τα πρώτα 400 χρόνια ) δεν λένε τίποτα για κόλαση, γέενα κλπ και ούτε μία λέξη ενάντια στην ιδέα της Αποκατάστασης παρόλο που αυτή διδασκόταν ανοικτά από πολλούς πατέρες.

Οι πρώτες Οικουμενικές Συνόδοι ( Νίκαια 325, Κων/πολη 381, Έφεσος 431 και Χαλκηδώνα 451 μ.Χ ) ασχολήθηκαν κυρίως με τις θεολογικές διαφωνίες που είχαν ξεσπάσει επάνω στο δόγμα της Αγίας Τριάδας. Δεν ακούστηκε ούτε μία λέξη εναντίον της Αποκατάστασης αλλά ούτε και υπέρ του δόγματος της «ατελεύτητης κόλασης».

Φυσικά τα χρόνια εκείνα διδασκόταν τόσο η Αποκατάσταση όσο και η ατελεύτητη κόλαση ( καθώς και η τελική εξολόθρευση των αμαρτωλών ) από διάφορους πατέρες, αλλά καμμία απο τις διδασκαλίες αυτές δεν υιοθετήθηκε επίσημα από τις εκκλησιαστικές Συνόδους και γενικά από την εκκλησία των πρώτων 5 αιώνων. Η ελευθερία σκέψεως των χριστιανών επάνω σε εσχατολογικά ζητήματα έμελλε όμως να καταργηθεί από ανθρώπους όπως ο Ιουστινιανός ο οποίος άλλωστε μισούσε την ελεύθερη σκέψη. Με το που ανέλαβε την εξουσία ( 527 μ.Χ ) δεν έχασε καθόλου χρόνο και δύο χρόνια μόλις μετά έκλεισε την φιλοσοφική σχολή της Αθήνας ( η οποία λειτουργούσε ειρηνικά και ανεμπόδιστη για περίπου 900 χρόνια ) και εξαπέλυσε έναν ανελέητο και αιματηρό διωγμό εναντίον των «εθνικών», απαγορεύοντας με ποινή θανάτου στους «ειδωλολάτρες» να ασκούν τις θρησκείες τους. (9) Χειρότερα από όλους όμως εδίωξε τους «αιρετικούς» Χριστιανούς, δηλαδή όσους Χριστιανούς διαφωνούσαν με τις θεολογικές του προτιμήσεις.

Η αποτυχία του Ιουστινιανού να καταδικάσει την Αποκατάσταση στην τοπική Σύνοδο του 544

Πριν συγκαλέσει την τοπική Σύνοδο της Κων/πολης το 544 μ.Χ, ο Ιουστινιανός είχε ήδη ετοιμάσει δικό του κατάλογο με 10 αναθεματισμούς εναντίον του Ωριγένη και της διδασκαλίας του. Τους αναθεματισμούς αυτούς τους συμπεριέλαβε σε επιστολή που έστειλε στον Πατριάρχη Κων/πόλεως Μηνά. Ένας από τους αναθεματισμούς του επιτεθόταν άμεσα στην ιδέα της Αποκατάστασης την οποία ο Ιουστινιανός φανερά μισούσε «Εάν κάποιος λέει ή νομίζει ότι η τιμωρία των δαιμονίων και των ασεβών ανθρώπων θα είναι προσωρινή και ότι θα έχει τέλος και ότι θα ακολουθήσει αποκατάσταση, ας είναι ανάθεμα». Ο αναθεματισμός αυτός ήταν ξεκάθαρα ενάντια στην ίδια την ιδέα της Αποκατάστασης όχι μόνο όπως την διατύπωνε η διδασκαλία του Ωριγένη, αλλά και όπως την είχαν εκφράσει αμέτρητοι πατέρες και άγιοι της εκκλησίας μεταξύ των οποίων φυσικά και ο Γρηγόριος Νύσσης. Αν και αύξησε τους αναθεματισμούς εναντίον του Ωριγένη από 10 σε 15, η τοπική Σύνοδος του 544 δεν υιοθέτησε τον πλήρη αναθεματισμό του Ιουστινιανού κατά της Αποκατάστασης σαν ιδέα αλλά απλά διατύπωσε ( μετά από πολλές πιέσεις ) τον γνωστό αναθεματισμό για «την μυθώδη προύπαρξιν των ψυχών, και την ταύτη επομένην τερατώδη αποκατάστασιν».

Αυτός ο αναθεματισμός, όπως φαίνεται και από τη διατυπωσή του, δεν αναφέρεται στην ιδέα της Παγκόσμιας Σωτηρίας, αλλά σε μία «τερατώδη» αποκατάσταση που βασίζεται στη «μυθώδη» προϋπαρξη των ψυχών. Με άλλα λόγια, η τοπική Σύνοδος δεν έδειξε να έχει πρόβλημα με την ίδια την ιδέα της Αποκατάστασης ( όπως την δίδαξαν πατέρες όπως ο Γρηγόριος Νύσσης ) αλλά με την «τερατώδη» ιδέα ότι οι ασεβείς θα απολαμβάνουν τις ίδιες τιμές με τους δίκαιους ή ότι στην αποκατάσταση θα πάψουν να υπάρχουν ξεχωριστές προσωπικότητες. Αυτά όμως δεν τα είχε διδάξει ούτε ο Ωριγένης, ο οποίος μάλιστα παραπονιόταν ότι οι εχθροί του διαστρέβλωναν τα λόγια του. Το ότι η τοπική Σύνοδος είχε πρόβλημα μονάχα με την ιδέα της προϋπαρξης ή μάλλον με την διαστρεβλωμένη μορφή της ιδέας αυτής «και την ταύτη επομένην τερατώδη αποκατάστασιν» φαίνεται και από τον 14ο αναθεματισμό που εξέδωσε εναντίον των Ωριγενιστών και του Ωριγένη κατηγορώντας τον ( εσφαλμένα ) ότι δίδαξε την ισοπέδωση της προσωπικότητας, της μοναδικότητας και της ιδιαιτερότητας των ανθρώπων όταν στην αποκατάσταση θα επανέλθουν στην «γυμνή» μορφή που είχαν στην «μυθώδη» προϋπαρξή τους. Ο Ωριγένης μίλησε βέβαια για την ενότητα που θα απολαμβάνουν όλα τα λογικά όντα όταν ο Θεός θα είναι τα πάντα εν πάσι, αλλά διευκρίνησε ότι η ενότητα αυτή θα είναι ίδια με την ενότητα που απολαμβάνουν ο Πατήρ με τον Υιό. Στην ουσία η τοπική Σύνοδος της Κων/πολης δεν καταδίκασε τον ίδιο τον Ωριγένη αλλά τον διαστρεβλωμένο «Ωριγενισμό» που εξελίχθηκε μετά το θάνατο του Αλεξανδρινού πατέρα.

Αυτές οι καταδίκες και οι αναθεματισμοί ενάντια στην «τερατώδη αποκατάσταση» που απορρέει από την «μυθώδη προϋπαρξη» των Ωριγενιστών δεν έχουν καμμία σχέση με την απλή μορφή της ιδέας ότι στο τέλος των αιώνων θα σωθούν όλοι οι άνθρωποι. Με άλλα λόγια, η τοπική σύνοδος καταδίκασε μία διαστρεβλωμένη καρικατούρα της ιδέας αυτής και όχι την ίδια την ιδέα.

Ακόμα πιό σημαντικό είναι το γεγονός ότι η τοπική Σύνοδος, άν και αύξησε τους αναθεματισμούς εναντίον του Ωριγένη σε 15, εντούτοις δεν υιοθέτησε τους αναθεματισμούς όπως τους είχε διατυπώσει ο Ιουστινιανός μεταξύ των οποίων και η καταδίκη της ίδιας της ιδέας της Αποκατάστασης. Οι αναθεματισμοί που συνέταξε ο Ιουστινιανός, παρουσιάσθηκαν βέβαια στη Σύνοδο, αλλά η Σύνοδος δεν τις υιοθέτησε. Η Σύνοδος ψήφισε 15 αναθεματισμούς σχετικά με τα σφάλματα των Ωριγενιστών αλλά αρνήθηκε να καταδικάσει ή να αναθεματίσει την ιδέα της Αποκατάστασης. Ο Ιουστινιανός αν και επέβαλλε τον αναθεματισμό του Ωριγένη, απέτυχε να επιβάλλει την καταδίκη της διδασκαλίας που τόσο πολύ μισούσε παρόλο που οι επίσκοποι που έλαβαν μέρος στην εν λόγω Σύνοδο βρίσκονταν κάτω από τον ελεγχό του. Συμβιβαστικά μάλλον καταδίκασαν την καρικατούρα της αποκατάστασης «την τερατώδη αποκατάσταση» όπως εσκεμμένα την παρουσίαζαν οι εχθροί των Ωριγενιστών προκειμένου να τους δυσφημίσουν ως αιρετικούς.

Η 5η Οικ. Σύνοδος μάλλον δεν υιοθέτησε τους αναθεματισμούς εναντίον του Ωριγένη

Σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, οι 15 αναθεματισμοί που εξέδωσε η τοπική σύνοδος του 544 μ.Χ έχουν λανθασμένα θεωρηθεί ότι υιοθετήθηκαν από την Οικουμενική Σύνοδο που ακολούθησε 9 χρόνια αργότερα. Όπως είναι γνωστό, επικρατεί η άποψη ότι η 5η Οικ. Σύνοδος υιοθέτησε τα εν λόγω 15 άρθρα της τοπικής Συνόδου και ότι κατα συνέπεια αναθεμάτισε και καταδίκασε την ιδέα της Αποκατάστασης ως «αιρετική». Η άποψη αυτή είναι λανθασμένη για δύο λόγους. Πρώτα, όπως εξήγησα και πρωτύτερα, τα 15 αυτά άρθρα δεν είχαν να κάνουν με την ίδια την ιδέα της αποκατάστασης, αλλά απλά καταδίκασαν την «τερατώδη» μορφή της όπως κατηγορούνταν ότι την δίδασκαν οι Ωριγενιστές. Την τερατώδη αυτή μορφή της αποκατάστασης σίγουρα θα καταδίκαζε και ο ίδιος ο Ωριγένης εάν ζούσε τότε. Δεύτερον, είναι σχεδόν σίγουρο ότι η 5η Οικ. Σύνοδος δεν υιοθέτησε καθόλου τα 15 επίμαχα άρθρα ( Κανόνες αναθεματισμών ) της τοπικής Συνόδου.

Συμπέρασμα: Παρόλο που ο Ιουστινιανός συγκάλεσε την τοπική Σύνοδο με σκοπό, μεταξύ άλλων, να καταδικάσει την ιδέα του Ουνιβερσαλισμού, και παρόλο που διέταξε τους επισκόπους που έλαβαν μέρος να την αναθεματίσουν ως επικίνδυνη αίρεση, η Σύνοδος αν και συνέταξε 15 Κανόνες αναθεματισμών, αρνήθηκε να υπακούσει τον Αυτοκράτορα, και δεν εξέδωσε ούτε μία λέξη εναντίον του Ουνιβερσαλισμού.

Το μόνο που κατάφερε ο Ιουστινιανός συγκαλώντας την σύνοδο αυτή ήταν να προκαλέσει αναστάτωση, διχασμό και περισσότερα προβλήματα . Μάλιστα ο Θεόδωρος της Καισαρείας έγραψε εκείνη την εποχή ότι όλοι αυτοί που επιζητούσαν την καταδίκη του Ωριγένη ήταν οι ίδιοι άξιοι θανατικής καταδίκης για την απαίσια συμπεριφορά τους.

Στη δε 5η Οικουμενική Σύνοδο του 553 μ.Χ, το όνομα του Ωριγένη εμφανίζεται στο 11ο άρθρο ( από τους συνολικά 14 αναθεματισμούς που επισύναψε στον «όρον πίστεως» που τελικά εξέδωσε ) μαζί με τα ονόματα άλλων «αιρετικών» πατέρων που αναθεματίσθηκαν αλλά σύμφωνα με τους ιστορικούς πρόκειται για μετέπειτα πλαστογραφία. Είτε αυτό αληθεύει ή όχι, γεγονός παραμένει ότι ο Ωριγένης αναθεματίζεται απλά ονομαστικώς χωρίς να γίνεται καμμία αναφορά στις απόψεις του σχετικά με την Αποκατάσταση. Η λίστα του 11ου άρθρου με τους αναθεματισμένους έχει ως εξής: «ο Άρειος, ο Ευνόμιος, ο Μακεδόνιος, ο Απολλυνάριος, ο Ευτύχιος, ο Ωριγένης ( μάλλον πρόκειται για πλαστογραφία ), και άλλοι ασεβείς άνδρες, και όλοι οι άλλοι αιρετικοί που κατακρίνονται και αναθεματίζονται από την Καθολική και Αποστολική Εκκλησία...» (10)

Ο Hanson γράφει: «Η 5η Οικ. Σύνοδος, η οποία έλαβε μέρος 9 χρόνια μετά από την τοπική σύνοδο, ούτε αναθεμάτισε τον Ωριγένη ονομαστικώς ούτε αναθεμάτισε τον Ουνιβερσαλισμό του. Σκοπός της Συνόδου αυτής ήταν να καταδικάσει ορισμένες Νεστοριανίζουσες διδασκαλίες, ενώ ο πιό γνωστός Ουνιβερσαλιστής Γρηγόριος Νύσσης, αναφέρεται από τη Σύνοδο αυτή με τα τιμητικότερα λόγια. Καθώς δεν καταδικάστηκε ούτε ο Ουνιβερσαλισμός του Ωριγένη, δεν μπορούμε να αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι η εν λόγω Σύνοδος δεν καταδίκασε καθόλου την ιδέα του Ουνιβερσαλισμού»

Ο Michael M. Morbey αναφέρει τα εξής: «Επικρατεί η άποψη ότι ο Ωριγένης καταδικάσθηκε για τις αιρετικές του ιδέες, συμπεριλαμβανομένης και της Αποκατάστασης, από την Ε’ Οικουμενική Σύνοδο. Το πότε και το πού η καταδίκη αυτή έγινε, και το τί συμπεριλαμβανόταν στην καταδίκη αυτή παραμένει όμως ένα ζήτημα το οποίο χρειάζεται περαιτέρω ακαδημαϊκή έρευνα. Η καταδίκη, όταν έγινε, μπορεί να ήταν περισσότερο ζήτημα φθόνου, πολιτικής, και διαμάχης για την εξουσία μεταξύ αντιμαχόμενων παρατάξεων και εκκλησιαστικών ηγετών και της Αυλής, παρά για ένα πραγματικό θεολογικό ενδιαφέρον στις ελλείψεις που υπήρχαν στην θεολογία του Ωριγένη. Όπως τονίζει και ο Andrew Jukes, τόσο ο Neander όσο και ο Gieseler δείχνουν ότι η καταδίκη του Ωριγένη δεν έγινε στην Ε’ Οικ. Σύνοδο, αλλά στην τοπική Σύνοδο κάτω από την ηγεσία του Πατριάρχη Μηννά. Ακόμα και αυτή η τοπική Σύνοδος όμως, άν και κάτω από την αυτοκρατορική επιρροή καταδίκασε μερικές από τις ιδέες του Ωριγένη, τελικά δεν δέχθηκε να καταδικάσει την διδασκαλία της Αποκατάστασης, παρόλο που ο αυτοκράτορας είχε ξεκάθαρα ζητήσει να καταδικαστεί η διδασκαλία αυτή... Σίγουρα, κατα τη γνώμη μου, τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι ο Ωριγένης ποτέ δεν δέχθηκε κάποια ισχυρή, θεολογικά βάσιμη Ορθόδοξη καταδίκη από καμμία Οικουμενική σύνοδο για την ελπίδα του στην παγκόσμια αποκατάσταση» (11)

Απο ότι φαίνεται έχει επικρατήσει μεγάλη σύγχυση επάνω στο θέμα αυτό και η τοπική Σύνοδος έχει μπερδευτεί με την Οικουμενική Σύνοδο, και η διδασκαλία του Ωριγένη με τη διαστρεβλωμένη καρικατούρα που διαμορφώθηκε μετά το θανατό του. Ο ιστορικός Hefele εξηγεί: «Ακόμα και τρείς αιώνες μετά το θανατό του, δεν ήταν ο Ουνιβερσαλισμός του Ωριγένη που προκαλούσε το μίσος των αντιπάλων του αλλά η αντιθεσή του στο δεσποτοκρατικό πολίτευμα της εκκλησίας ( ο Ωριγένης μάλλον ήταν αντίθετος στην διαφοροποίηση του επισκοπικού αξιώματος από το αξίωμα του πρεσβυτέρου ), η επιμονή του στην αλληγορική ερμηνεία των γραφών ... και η περίεργη μορφή που αργότερα ( μετά από τη διαστρέβλωση των αντιπάλων του ) έλαβε η διδασκαλία του περί αποκατάστασης»

Στο κλασσικό έργο Dictionary of Christian Biography (Article Eschatology, Plumptre, p. 194; also Spirits in Prison, p. 41), ο μεγάλος ιστορικός Plumptre προσθέτει: «Δεν έχουμε καμμία απόδειξη ότι η πίστη στην Αποκατάσταση, η οποία επικρατούσε κατα τη διάρκεια του 4ου και του 5ου αιώνα καταδικάσθηκε από κάποια ( Οικουμενική ) Σύνοδο, και όσον αφορά την λεγόμενη ονομαστική καταδίκη του Ωριγένη ( από την 5η Οικ Σύνοδο ), είχε γενικό χαρακτήρα αντί για κάποιο συγκεκριμένο θεολογικό σφάλμα. Έτσι λοιπόν η 5η Οικουμενική Σύνοδος της Κων/πολης το 553 καταδίκασε τον Άρειο, τον Ευνόμιο, τον Μακεδόνιο, τον Απολλυνάριο, τον Νεστόριο, τον Ευτύχιο και τον Ωριγένη ως σύνολο, αλλά δεν διευκρινίζει τα σφάλματα του τελευταίου ... και φτάνουμε στο 691 μ.Χ σε μία Σύνοδο όπου έλαβε χώρα στην Κων/πολη και η οποία έμεινε γνωστή ως ‘πενθέκτη’ και ως ‘η εν Τρούλλω Σύνοδος’ στα πρακτικά της οποίας διαβάζουμε έναν αναθεματισμό που διευκρινίζει κάπως αόριστα την ενοχή του Θεόδωρου Μομψουεστίας, του Ωριγένη, του Δίδυμου και του Ευάγριου όσον αφορά την ‘μυθώδη’ διδασκαλία τους ‘κατα τη συνήθεια των ελλήνων’ σχετικά με την μετεμψύχωση των ψυχών και με τις ‘ασεβείς’ ιδέες τους σχετικά ‘τη μελλοντική ζωή των νεκρών’. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτός ο ασαφέστατος αναθεματισμός που εξεδώθηκε από μία Σύνοδο χωρίς κανένα κύρος και κάτω από τον έλεγχο του αισχρού αυτοκράτορα Ιουστινιανού Β’, είναι η μοναδική περίπτωση που η εκκλησία έχει να επιδείξει κάποια συγκεκριμένη καταδίκη σχετικά με την εσχατολογία του Ωριγένη»

Ο Beecher (12) γράφει ότι δυστυχώς επικρατεί «η λανθασμένη εντύπωση ότι ο Ουνιβερσαλισμός καταδικάστηκε από Οικουμενική Σύνοδο. Δεν είναι δύσκολο να εξηγηθούν οι λόγοι μίας τέτοιας παρανόησης. Εννέα χρόνια μετά από την τοπική Σύνοδο της Κων/πολης του 544 έλαβε χώρα στην ίδια πόλη η 5η οικουμενική Σύνοδος, και κατόπιν της συνηθισμένης τακτικής της πλαστογράφησης ( pious fraud ) τα πρακτικά της τοπικής Συνόδου προστέθηκαν λαθραία στα πρακτικά της Οικουμενικής Συνόδου με σκοπό να τους αποδοθεί μεγαλύτερο κύρος». Την άποψη αυτή του Beecher την συμμερίζονται πολλοί ιστορικοί, ακόμα και δηλωμένοι εχθροί της διδασκαλίας του Ουνιβερσαλισμού.

Ο Beecher προσθέτει: «Γεγονός όμως παραμένει ότι η Ωριγενιστική διδασκαλία της Αποκατάστασης ( ή μάλλον η καρικατούρα της ) δεν καταδικάστηκε στην Οικουμενική Σύνοδο, και ποτέ δεν καταδικάσθηκε επίσημα σε κάποια Οικουμενική Σύνοδο. Βέβαια ίσως ο Ωριγένης να καταδικάσθηκε σε δύο-τρείς Γενικές Συνόδους ονομαστικά μαζί με άλλους αιρετικούς, αλλά τα υποτιθέμενα θεολογικά του σφάλματα ήταν πολλά σε αριθμό ( και απροσδιόριστα ) οπότε η οποιαδήποτε γενική καταδίκη του ως αιρετικός δεν συμπεριελάμβανε τη συγκεκριμένη ιδέα της Αποκατάστασης. Άλλωστε και στις διάφορες τοπικές συνόδους που τον καταδίκασαν ως αιρετικό άν και είχαν αναφερθεί ονομαστικώς διάφορα σφαλματά του δεν είχε ειπωθεί τίποτα για την διδασκαλία της Αποκατάστασης. Το ότι ο Ουνιβερσαλισμός του δεν καταδικάστηκε από την Οικουμενική Σύνοδο του 553 φαίνεται κια από τους λόγους για τους οποίους συγκλήθηκε η σύνοδος αυτή και από τη φύση των αποφασεών της. Η Σύνοδος αυτή συγκλήθηκε με σκοπό να καταδικάσει τον Νεστοριανισμό και όχι για να καταδικάσει τον Ωριγένη ή τη διδασκαλία του. Αυτό είναι ξεκάθαρο από τη φύση των αποφασεών της και από τους αναθεματισμούς που εξέδωσε. Όλες είχαν ως κύριο στόχο τον Νεστοριανισμό του Θεόδωρου Μοψουεστίας κλπ»

Συνεχίζεται...

Στη Συνέχεια (Μέρος Β):
Έγινε τελικά πλαστογράφηση;

Ο Ιουστινιανός και η εποχή του
Ωριγένης και Ιουστινιανός: Δύο εποχές που διαφέρουν όπως η Ημέρα με τη Νύχτα
Η έκλειψη του Χριστιανισμού

Υποσημειώσεις

(βλέπε Μέρος Β)

Index